Costa Navarino
Η περιοχή πριν την κατασκευή του Costa Navarino
Μια συζήτηση που είχα σε φιλικό σπίτι με ανθρώπους
που ήταν σαφώς υπέρ της επένδυσης Costa Navarino στη
Μεσσηνία έγινε αφορμή γι αυτό το σημείωμα. Σκέφτηκα να συστηματοποιήσω κάπως τα
επιχειρήματά μου γιατί οι καλές προθέσεις και η θετική διαίσθηση για το λάθος
δεν αποτελούν πάντα πειστικά ή αποτελεσματικά επιχειρήματα.
Το Costa Navarino, δηλαδή η Περιοχή Ολοκληρωμένης Τουριστικής Ανάπτυξης
(Π.Ο.Τ.Α.) που υλοποιήθηκε στη Μεσσηνία, αποτελεί την πιο γνωστή όσο και
αμφιλεγόμενη επένδυση αυτού του είδους στην Ελλάδα. Υπάρχουν πολλές αμφιβολίες
και αντικρουόμενα επιχειρήματα για το αν αυτή η νέα μορφή τουρισμού που
απευθύνεται σε πολύ λίγους και που βασίζεται στο γκολφ και στην υπερπολυτελή
όσο και εξαιρετικά εκτεταμένη δόμηση, είναι ένας προωθητικός παράγοντας για τον
Ελληνικό τουρισμό. Τα επιχειρήματα που συγκεντρώθηκαν εδώ υποστηρίζουν την άποψη
πως η επένδυση είναι όχι μόνο αρνητική αλλά στην ουσία της καταστροφική από όποια
πλευρά κι αν ιδωθεί.
Η Βουλή με συντριπτική πλειοψηφία και ομοφωνία των
δύο μεγάλων κομμάτων, ενέκρινε την υπαγωγή της επένδυσης στον αναπτυξιακό νόμο
3299 του 2004, χαρακτηρίζοντάς την ως έργο «με ιδιαίτερη συμβολή στην
απασχόληση και τη διεθνή ανταγωνιστικότητα της χώρας». Η επένδυση βασίστηκε
στον νόμο περί Π.Ο.Τ.Α. του ΥΠΕΧΩΔΕ επί Βάσως Παπανδρέου το 1999 και με ευνοϊκές
ρυθμίσεις που συνεχίστηκαν με ειδικούς νόμους το 2004, 2005 και 2007.
Οι πολύ μεγάλες επενδύσεις αυτού του τύπου δεν
προσεγγίζουν πλέον τον τουρισμό ως προϊόν ή ως υπηρεσία, αλλά ως «Συνολική
Εμπειρία». Οι επιπτώσεις αυτής της ανάπτυξης είναι εξίσου δυσμενείς με εκείνες
του οργανωμένου μαζικού τουρισμού διακοπών. Στόχος των εταιριών είναι η
«Συνολική Εμπειρία» να παραμένει εντός του συγκροτήματος ώστε να περιορίζονται
στο ελάχιστο οι διαρροές κερδών εκτός. Έτσι, ελαχιστοποιούνται οι κοινωνικές,
πολιτισμικές και πολιτιστικές πλευρές του τουρισμού ώστε να μεγιστοποιείται το
κέρδος.
Για να αντιληφθούμε τα μεγέθη, ας σκεφτούμε πως
αυτό που όλοι ονομάζουμε Costa Navarino ελέγχεται όχι από μία αλλά από
όμιλο εταιρειών (που ελέγχονται όμως από μία και μόνη οικογένεια) και αναπτύσσεται
σε 4 ανεξάρτητες περιοχές (Ρωμανός, Πύλος, Κυνηγός, Ριζόμυλος) στη Μεσσηνία,
συνολικής έκτασης τουλάχιστον 6.000 στρεμμάτων, όσο περίπου ολόκληρη η έκταση
του παλαιού αεροδρομίου στο Ελληνικό.
Άλλες αναφορές ανεβάζουν την έκταση σε δέκα
χιλιάδες στρέμματα. Αυτό συμβαίνει γιατί υπάρχει έλλειψη δημοσιοποίησης
στοιχείων από την πλευρά του επενδυτικού φορέα Τ.Ε.ΜΕΣ. Α.Ε. συμφερόντων της
οικογένειας Κωνσταντακόπουλου.
Τα μέχρι σήμερα δεδομένα δείχνουν πως το
πιθανότερο είναι ότι η περιοχή δεν θα ωφεληθεί από την επένδυση αλλά αντίθετα
θα επιβαρυνθεί, όπως κάποιοι από τους κατοίκους υποστηρίζουν, από ένα ‘ξένο
σώμα’ που θα «προσγειωθεί» απότομα στην περιοχή τους. Το συγκεκριμένο
επιχειρηματικό μοντέλο τουριστικής ανάπτυξης χαρακτηρίζεται ως απομονωμένο και
ξεκομμένο από τη ζωή και τις ανάγκες της τοπικής κοινωνίας με πανομοιότυπη συνταγή
όπου και αν εφαρμόζεται. Δεν πρέπει να παραβλέψουμε πως η συγκεκριμένη επένδυση
εκ των πραγμάτων θα δράσει άκρως ανταγωνιστικά με τις μικρές τουριστικές επιχειρήσεις,
οι οποίες έχουν αναπτυχθεί ήδη στην περιοχή και προσφέρουν στην τοπική
οικονομία (συμβάλλοντας και σε μια πιο ισόμετρη κατανομή του τοπικού
εισοδήματος) με αποτέλεσμα να καταστραφεί η βιωσιμότητα τους. Αυτά είναι κάποια
από τα φαινόμενα άνισης κατανομής του τουριστικού προϊόντος στο χώρο και στο
χρόνο που οδηγούν σε κορεσμό και σε πιέσεις στο κοινωνικό, οικιστικό και φυσικό
περιβάλλον.
Ειδικά την τελευταία πενταετία εμφανίζονται νέες ισχυρές
τάσεις για υποστήριξη και ανάπτυξη νέων μορφών τουρισμού. Οι εμπλεκόμενοι με
τον τουρισμό προωθούν και εστιάζουν σε ηπιότερες μορφές τουριστικής ανάπτυξης,
που σέβονται το περιβάλλον και τον πολιτισμό των περιοχών και στοχεύουν να
ικανοποιήσουν τις ανάγκες τόσο των επισκεπτών όσο και του ντόπιου πληθυσμού
εστιάζοντας περισσότερο στην θετική, αποδοτική και μακροχρόνια διατήρηση της
δραστηριότητάς τους και λιγότερο στην βραχυχρόνια μεγιστοποίηση των κερδών τους.
Ο οργανωμένος μαζικός και απρόσωπος τουρισμός μεγάλης κλίμακας εσφαλμένα ταυτίζεται
με το πρότυπο αειφορικής τουριστικής ανάπτυξης.
Για να επανέλθουμε στο συγκεκριμένο θέμα μας που
είναι η επένδυση ‘Costa Navarino’ σημειώνω πως ήδη από τα πρώτα στάδια της
κατασκευής, ο όμιλος έδειξε τη νοοτροπία και τις προθέσεις του αφού οι
εργολάβοι έφερναν όλα τα υλικά από μακριά (πχ. το χώμα για την επίστρωση των
γηπέδων γκολφ ήρθε από την Αίγυπτο) αλλά και το 70% των εργαζομένων ήταν
οικονομικοί μετανάστες χαμηλής εξειδίκευσης και κόστους. Η αυθαίρετη ‘απαλλοτρίωση’
του ποταμού στην περιοχή Σελάς απλώς κάνει την συνολική εικόνα ακόμη πιο
γκρίζα.
Η Πύλος μπορεί να αναπτυχθεί μόνο στο δυτικό
κομμάτι, το ανατολικό στην ουσία ελέγχεται από την Π.Ο.Τ.Α. Navarino και είναι «κλειστό». Έτσι, η πόλη
απομονώνεται και ο επενδυτής όχι μόνο μονοπωλεί την κατάσταση αλλά υπονοεί ως απώτερο
στόχο του την ιδιωτικοποίηση της Γιάλοβας. Η παραλία αυτή μετά και την
μελλοντική λειτουργία της δεύτερης Π.Ο.Τ.Α. δίπλα από την πόλη της Πύλου, θα
περικλείεται από την επένδυση και ουσιαστικά θα εντάσσεται στο εσωτερικό της ελαχιστοποιώντας
την πρόσβαση στον οποιονδήποτε δεν έχει άμεση εμπλοκή με την ΠΟΤΑ.
Ακόμη και άνθρωποι θετικά διακείμενοι τόσο προς
την επένδυση όσο και προς το περιβάλλον Κωνσταντακόπουλου δεν αρνήθηκαν πως
διατηρούν επιφυλάξεις και βλέπουν με σκεπτικισμό την τόσο μεγάλη συγκέντρωση
γης στα χέρια ενός και μόνο ανθρώπου, αλλά ελπίζουν ότι τα πολλαπλασιαστικά
οφέλη της επένδυσης μάλλον θα υπερβούν οποιοδήποτε νομικό κόλλημα ή κάποια
ενδεχόμενη αρνητική επίπτωση λόγω του τόσου μεγάλου μεγέθους της επένδυσης.
Αντιλαμβάνονται επίσης, κάποιες κύριες προβληματικές που αναπτύσσονται όπως η
μονοδιάστατη στήριξη του κράτους στον επενδυτικό φορέα, καθώς και ότι ενώ είχε
τη δυνατότητα να προσφέρει τοπικά αγροτικά προϊόντα και να στηρίξει τους
ντόπιους παραγωγούς, αντ’ αυτού φτιάχνει οινοποιία για δικό του κρασί, με αποτέλεσμα
τη μη διάχυση των οικονομικών ωφελειών στην τοπική κοινωνία.
Αναπάντητο μένει και το ερώτημα γιατί τα χρήματα
δόθηκαν από το 2ο και 3ο ΚΠΣ στον επενδυτικό φορέα, και δεν ήταν στην διάθεση της
τοπικής κοινωνίας, για έργα υποδομής και για επενδυτικά έργα ήπιας τουριστικής ανάπτυξης,
εναλλακτικών μορφών ενέργειας, διαχείρισης απορριμμάτων και επεξεργασίας
λυμάτων, εμπλουτισμού του υδροφόρου ορίζοντα και προσεκτικής διαχείρισης των
υδατικών πόρων. Δεν συνιστά αυτό περιφρόνηση της πολιτείας προς την τοπική
κοινωνία;
Οι αναφορές μεγάλου αριθμού κατοίκων της περιοχής
σχετικά με νέες θέσεις απασχόλησης και τόνωσης της οικονομικής ζωής του τόπου
είναι εξαιρετικά επιφυλακτικές αφού όλα προσκρούουν αφ’ ενός στην νοοτροπία «all inclusive» του ομίλου και αφ’ ετέρου στην ξεκάθαρη τάση για αξιοποίηση του ντόπιου
πληθυσμού περιορισμένα και μακριά από θέσεις ευθύνης. Η χρησιμοποίηση κατά την
διάρκεια των κατασκευών εργατικού δυναμικού πολύ χαμηλής εξειδίκευσης και
κόστους όπως οικονομικοί μετανάστες από Ινδία, Πακιστάν κλπ εντείνει ακόμη
περισσότερο την δυσπιστία.
Υπάρχουν πολλαπλές αναφορές για παράνομες
γεωτρήσεις κυρίως για το πότισμα των γηπέδων golf στην περιοχή του Ρωμανού μέσω
άντλησης των υπογείων υδάτων. Ο όμιλος παρουσιάζει την κατασκευή λιμενοδεξαμενής
σαν περιβαλλοντικό έργο οικολογικής υπευθυνότητας, ενώ στην πραγματικότητα
δημιουργεί αποθεματικό νερού με αποκλειστικό λόγο το πότισμα και την ύδρευση
των εγκαταστάσεων του με τις περίπου 40 παράνομες γεωτρήσεις τις οποίες εκμεταλλεύεται.
Υπάρχει σαφής ευθύνη των δημοτικών αρχών γιατί δόθηκε στην επένδυση δυνατότητα ανεξέλεγκτης
εκμετάλλευσης των υδάτινων πόρων της περιοχής, καθώς και γιατί ο
δήμος παρά τα εμφανή προβλήματα λειψυδρίας δεν
προέβη τα τελευταία χρόνια σε καμία γεώτρηση για τις ανάγκες των κατοίκων. Σε
αυτά θα πρέπει να προστεθεί ο αποκλεισμός της παραλίας Ρωμανού από όλες τις
κάθετες προσβάσεις αφού καταργήθηκε τμήμα τοπικής οδού.
Είναι επίσης περίεργο το ότι ενώ η κεντρική
κατεύθυνση της επένδυσης υποτίθεται πως αφορά σε τουρισμό υψηλών εισοδημάτων,
σε πολλά σημεία της επένδυσης δίνεται η εντύπωση κατασκευών που σκοπό έχουν να χωρέσουν
όσο το δυνατόν περισσότερους αφού ούτε διάσπαση του όγκου υπάρχει ούτε χαμήλωμα
του ύψους, με τετραώροφες οικοδομές δίπλα στη θάλασσα που αναπαριστούν αστικό
τοπίο.
Τα τέσσερα τμήματα της επένδυσης αποτελούν
πραγματικά φαραωνικές εγκαταστάσεις με φεουδαρχικό σύστημα λειτουργίας και
διαχειριστές που δεν έχουν ποτέ προβεί σε σοβαρή διαβούλευση με τους
εμπλεκόμενους φορείς και την τοπική κοινωνία. Καμία σοβαρή συζήτηση δεν έχει
γίνει για το ειδικό ζήτημα της λιμνοθάλασσας της Γιάλοβας, που αν και ενταγμένη
στο δίκτυο Natura ουσιαστικά βρίσκεται εγκλωβισμένη ανάμεσα στις Π.Ο.Τ.Α.
Ρωμανού και Πύλου.
Κατά την άποψη μου η επένδυση -πέραν όλων των
άλλων επιχειρημάτων- είναι εξαιρετικά αρνητική γιατί, όπως υπογραμμίζει ο Κώστας Πετράκος, εγκυμονεί τον κίνδυνο να
ζημιωθεί ανεπανόρθωτα ο πραγματικός ιδιοκτήτης και ο «δυνάμει» φορέας
διαχείρισης των φυσικών και πολιτισμικών πόρων του τόπου αυτού, δηλαδή η τοπική
Κοινωνία και οι μελλοντικές γενιές.
Η ίδια η Ελληνική γη και οι ευαίσθητες ακτές της
επιβάλλουν μικρές τουριστικές μονάδες υψηλής ποιότητας ήπιου περιβαλλοντικού
αποτυπώματος που δεν θα σπαταλάνε τους φυσικούς πόρους των περιοχών και δεν θα
λειτουργούν εντελώς παράλληλα και ανεξάρτητα από τις τοπικές κοινωνίες και μάλιστα
αντιθετικά με τα πολιτισμικά και πολιτιστικά χαρακτηριστικά τους.
Όπως ανάφερα και πιο πριν, το συγκεκριμένο πρότυπο
τουρισμού και άρα τουριστικής επένδυσης, χαρακτηρίζεται κάθε φορά από την
απομόνωση και την εγγενή εχθρότητα προς τις ανάγκες και των χαρακτήρα των
τοπικών κοινωνιών. Μια πανομοιότυπη συνταγή όπου και αν εφαρμόστηκε.
[ Εκτός των
άρθρων που συμβουλεύτηκα στο διαδίκτυο και αλλού, βασική πηγή γι αυτό το
σημείωμα αποτέλεσε η εργασία του 2010 ‘Costa Navarino η πρώτη Π.Ο.Τ.Α. στην Ελλάδα’ του φοιτητή του ΕΜΠ Κώστα
Πετράκου, υπό την εποπτεία των καθηγητών Σ. Αυγερινού, Ε. Κλαμπατσέα, Ν.
Μπελαβίλα και Π. Ηλιοπούλου ]