Έχει αποδειχτεί πάλι και πάλι
πως το λεγόμενο «δικαστικό σώμα», βασικό κομμάτι της κρατικής διανόησης,
αποτελείται από άτομα που στην πλειοψηφία τους δυστυχώς είναι ανάλγητα,
ιδιοτελή, αδιάφορα, διαβλητά και υπερσυντηρητικά. Προς αυτό συνηγορούν οι καθυστερήσεις
σε «επιλεγμένες» δικαστικές υποθέσεις, οι προκλητικές αλλεπάλληλες αναβολές, οι
αδικαιολόγητα σκληρές ποινές, η παράλογη από ποιοτική αλλά και ποσοτική άποψη
σύνθεση του πληθυσμού των φυλακών και πάρα πολλά άλλα. Η έκβαση της πρόσφατης δίκης
Παπακωνσταντίνου είναι νομίζω ένα από τα πολύ χαρακτηριστικά παραδείγματα που
τονίζουν αυτό που προσπαθώ να πω.
Αφορμή για τις σκέψεις αυτές μου
έδωσαν οι δραματικές εξελίξεις στην υπόθεση της Βίκης Σταμάτη. Εδώ βλέπουμε έναν
αποδιοπομπαίο τράγο της πολιτικής ζωής να σύρεται στην απόλυτη καταστροφή συμπαρασέρνοντας
μαζί και ολόκληρο σχεδόν το οικογενειακό του περιβάλλον. Το πρόσωπο αυτό, ο
Τσοχατζόπουλος, εκτοξεύτηκε ως στάχτη στα μάτια όλων μας αφού πίσω από την
καταστροφή του κρύφτηκε -και βγήκε λάδι- ολόκληρη η ελίτ που επί χρόνια
λυμαίνονταν τη χώρα.
Στο βωμό της επιτυχίας αυτού
του τεχνάσματος που ενορχήστρωσαν οι τεχνικοί της εξουσίας, προσφέρθηκε ως
σφάγιο η Βίκυ Σταμάτη. Στη γυναίκα αυτή το αδέκαστο δικαστικό σώμα αλλά και
ολόκληρη η κοινωνία συμπεριφέρθηκαν με απίστευτα εκδικητικό και ανάλγητο τρόπο,
με απόλυτη καταστροφική μανία. Η συμπεριφορά μεσαιωνική, η τιμωρία δυσανάλογη,
η αδιαφορία για την πλήρη νοητική και βιολογική καταστροφή ενός ανθρώπου
απόλυτη. Εδώ είναι που σκέφτεται κανείς πως ό,τι κι αν έχει κάνει ένας άνθρωπος
η κοινωνία οφείλει να του συμπεριφερθεί παραμένοντας Κοινωνία κι όχι ξεπέφτοντας
στο επίπεδο της τυφλής σκληρότητας του άγριου ζώου.
Η ασύμμετρη συμπεριφορά του
δικαστικού σώματος -και παίρνω ως τρέχον παράδειγμα την ομόφωνη(!) απόρριψη της αίτησης αποφυλάκισης της
Βίκης Σταμάτη- είναι φαινόμενο απαράδεκτο, ασύμβατο με τις βασικές ανθρωπιστικές αξίες, που μεταθέτει
εκ των πραγμάτων τις ενοχές των ενόχων από τους δικούς τους ώμους στη συνείδηση
όλων μας.
Θανάσης Κοντονάτσιος