(άρθρο του Πέτρου Παπακωνσταντίνου στην Καθημερινή, 28/11/2010)
«Οι διευθύνουσες ελίτ -κεντρικοί τραπεζίτες, υπουργοί Οικονομικών, πολιτικοί που εμφανίζονται ως ταγοί της δημοσιονομικής αρετής- συμπεριφέρονται σαν ιερείς αρχαίας θρησκείας, αξιώνοντας ανθρωποθυσίες για να κατευνάσουμε την οργή αόρατων θεών (των αγορών ομολόγων)... Όποιος αμφιβάλλει για τα βάσανα που προκαλεί η περικοπή δημοσίων δαπανών σε μια ασθενή οικονομία, ας στρέψει την προσοχή του στα καταστροφικά αποτελέσματα των προγραμμάτων λιτότητας σε Ελλάδα και Ιρλανδία. Θα πει κανείς ότι οι χώρες αυτές δεν είχαν την πολυτέλεια της επιλογής. Είναι αξιοσημείωτο, όμως, ότι όλα αυτά τα βάσανα που επωμίστηκαν οι λαοί τους δεν φαίνεται να βελτίωσαν στο ελάχιστο την εμπιστοσύνη των επενδυτών στις κυβερνήσεις τους».
Όταν οι New York Times δημοσίευαν τις παραπάνω εκτιμήσεις του Πολ Κρούγκμαν, στα μέσα Αυγούστου, αρκετοί θεώρησαν ότι ο διάσημος οικονομολόγος εζήλωσε δόξαν Κασσάνδρας. Εκείνη την εποχή τα διεθνή μέσα ενημέρωσης, ιδιαίτερα τα αγγλόφωνα και γερμανόφωνα, δεν φείδονταν επαίνων για τον Ιρλανδό πρωθυπουργό Μπράιαν Κάουεν: Τα σκληρά μέτρα αποδίδουν καρπούς, η οικονομία της Ιρλανδίας ανακάμπτει και ο Κελτικός Τίγρης, που τόσους και τόσο είχε εντυπωσιάσει τα προηγούμενα χρόνια, θα είναι γρήγορα έτοιμος για καινούργια άλματα, έλεγαν τότε. Να όμως που ο πληγωμένος Τίγρης, αφού βρέθηκε εκ νέου στα όρια της κατάρρευσης παρά τα απεχθή μέτρα της κυβέρνησής του, οδηγήθηκε με το μαστίγιο της κ. Μέρκελ στο κλουβί του «μηχανισμού διάσωσης» Ε. Ε. - ΔΝΤ, όπου εδώ και μήνες βρίσκεται και η Ελλάδα.
Κοινή πλέον είναι η εκτίμηση ότι οι χειρότεροι κίνδυνοι βρίσκονται όχι πίσω μας, αλλά μπροστά μας. Το ενδεχόμενο ενός ανεξέλεγκτου φαινομένου ντόμινο με τελική κατάληξη την κατάρρευση του ίδιου του ευρώ θεωρείται πιθανό από αναλυτές όπως ο Γκίντεον Ράχμαν των Finacial Times: «Προτού καλά - καλά τακτοποιηθεί το πακέτο διάσωσης της Ιρλανδίας, οι αγορές ομολόγων στρέφουν το δυσοίωνο ενδιαφέρον τους προς την Πορτογαλία», σημείωνε ο αρθρογράφος. Πρόσθεσε δε ότι «μετά την Πορτογαλία, είναι πιθανό να έρθει η σειρά της Ισπανίας».
Ο κίνδυνος της Ισπανίας
Πραγματικά, η Ισπανία, που μαστίζεται και αυτή από δημοσιονομική κρίση αφότου έσκασε η φούσκα της αγοράς ακινήτων, όπως και στην Ιρλανδία, είναι ο μεγαλύτερος πιστωτής της Πορτογαλίας, επομένως ο πρώτος που θα «μολυνθεί» από ενδεχόμενη χρεοκοπία της. Με την ανεργία στο 20% και το κόστος δανεισμού διαρκώς αυξανόμενο, η κατάσταση της οικονομίας της εμφανίζεται εξαιρετικά ευάλωτη. Και αν οι κρίσεις μικρών χωρών, όπως η Ελλάδα, η Ιρλανδία και η Πορτογαλία, είναι σχετικά εύκολο να απορροφηθούν από την Ευρωζώνη, δεν συμβαίνει το ίδιο με την Ισπανία. Μια μεγάλη χώρα 46 εκατομμυρίων, με μια οικονομία της τάξης του 1,4 τρις. δολαρίων θα μπορούσε να προκαλέσει τεκτονικούς σεισμούς στις τράπεζες της Γερμανίας και της Γαλλίας. Ας σημειωθεί ότι οι τελευταίες κατέχουν το 48% του ισπανικού και του πορτογαλικού χρέους και το 41% του ελληνικού.
Σε κάθε περίπτωση, γίνεται πλέον φανερό ότι η υπερχρέωση των κρατών δεν αφορά μόνο τους «τεμπέληδες» Έλληνες ή τους «μεθυσμένους από τη φούσκα των ακινήτων» Ιρλανδούς, όπως ήθελαν τα ρατσιστικά στερεότυπα της περασμένης άνοιξης. Αντίθετα, εξελίσσεται σε πραγματικά οικουμενικό πρόβλημα τεραστίων διαστάσεων, ανάλογο με εκείνο που ήρθε στο προσκήνιο για πρώτη φορά τη δεκαετία του '80. Μόνο που τότε το πρόβλημα αφορούσε τις υπερχρεωμένες χώρες του Τρίτου Κόσμου, ιδίως της Λατινικής Αμερικής και της Αφρικής, αλλά και της Ανατολικής Ευρώπης (π. χ. Πολωνία), που πλήρωσαν πάρα πολύ ακριβά την άνοδο των επιτοκίων δανεισμού που επέβαλαν οι ΗΠΑ επί Ρόναλντ Ρήγκαν, για να υποστούν βαρύ τον πέλεκυ του ΔΝΤ στη συνέχεια.
Σήμερα η κατάσταση εμφανίζεται αντεστραμμένη:
Η υπερχρέωση αφορά όχι τον Τρίτο Κόσμο, αλλά τις μητροπόλεις του βιομηχανικού Βορρά. Ενδεικτικά, το εξωτερικό χρέος (δημόσιο και ιδιωτικό) της Λατινικής Αμερικής κυμαίνεται στο 40% του ΑΕΠ, έναντι 100% για τις ΗΠΑ, 155% για τη Γερμανία, 188% για τη Γαλλία, 416% για τη Βρετανία και 470% για την Ολλανδία! (Ειρήσθω εν παρόδω ότι η Ελλάδα, με εξωτερικό χρέος γύρω στο 167%, πρέπει να θεωρείται όχι σπάταλη, αλλά σχετικά... εγκρατής!). Το εύλογο ερώτημα, που αποσιωπάται συνήθως, είναι πώς είναι δυνατόν οι πιο πλούσιες κοινωνίες του κόσμου να έχουν τόσο φτωχά κράτη; Αν οι Έλληνες είναι τεμπέληδες και οι Ιρλανδοί αχαλίνωτοι, πώς εξηγείται η υπερχρέωση των πρωταθλητών της προτεσταντικής ηθικής, Γερμανίας και Ολλανδίας, και των κοιτίδων του μονεταρισμού, Αμερικής και Βρετανίας;
Η απάντηση προκύπτει αβίαστα:
Ακριβώς η νεοφιλελεύθερη στροφή από τη δεκαετία του '80 είναι που δημιούργησε τις βάσεις για το εκτρωματικό δίπολο «πλούσιοι ιδιώτες - φτωχά κράτη». Πρώτα απ' όλα, με την κατάρρευση των φορολογικών εσόδων των κρατών, καθώς οι φορολογικοί συντελεστές για τα επιχειρηματικά κέρδη συρρικνώθηκαν, τις δύο τελευταίες δεκαετίες, στο μισό ή και στο ένα τρίτο (στην Ελλάδα, από 40% σε 20%). Μόνο την οκταετία 2000 - 2008 στις χώρες του ΟΟΣΑ η φορολογία επιχειρήσεων έπεσε κατά οκτώ ποσοστιαίες μονάδες. Και αυτό, σε εποχές παχιών αγελάδων και εκτόξευσης των επιχειρηματικών κερδών!
Η σωτηρία των τραπεζών
Ο δεύτερος, καθοριστικός παράγοντας της υπερχρέωσης ήρθε με τα αστρονομικά κονδύλια που διέθεσαν τα κράτη για τη διάσωση των τραπεζών (χωρίς κατά κανόνα να τις εθνικοποιήσουν και χωρίς να θίξουν ιδιαίτερα τα κεφάλαια των μεγαλομετόχων). Κονδύλια, που ανέρχονταν σε 700 δισ. δολάρια για τις ΗΠΑ, 500 δισ. για τη Βρετανία και 1.700 δισ. για την Ε. Ε. στο σύνολό της. Και ύστερα από όλο αυτό το όργιο «ιδιωτικοποίησης των κερδών - κοινωνικοποίησης των ζημιών», καλείται ο μεγάλος όγκος των μη προνομιούχων να πληρώσει τον λογαριασμό...
Ανάξια ανταμοιβή του επιμελούς μαθητή
«Η Ελλάδα έχει στη διάθεσή της ένα αποτελεσματικό πρότυπο, εκείνο της Ιρλανδίας»! Αυτά δήλωσε στις 7 Δεκεμβρίου 2009, μιλώντας από το βήμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, ο διοικητής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Ζαν Κλωντ Τρισέ, πιέζοντας την απρόθυμη, μέχρι τότε, κυβέρνηση του Γιώργου Παπανδρέου να προχωρήσει στον δρόμο της οδυνηρής λιτότητας.
Η σημερινή κατάρρευση της Ιρλανδίας αποτελεί την πιο αποστομωτική απάντηση στους οπαδούς του νεοφιλελεύθερου δρόμου. Η χώρα μοντέλο του κ. Τρισέ είχε πράγματι υλοποιήσει όλα αυτά που συνιστούν σήμερα στην Ελλάδα του μνημονίου: Έγινε επίγειος παράδεισος για τους επιχειρηματίες, περιορίζοντας την εργοδοτική εισφορά για την κοινωνική ασφάλιση των εργαζομένων στο 10,75% του μισθού (ενώ οι μισθωτοί υποχρεώθηκαν να καταβάλουν το 15% έως 30% των αποδοχών τους) και τη φορολογία των επιχειρήσεων στο γλίσχρο 12,5% των κερδών. Με αυτούς τους όρους κοινωνικού ντάμπινγκ, κατάφερε να γίνει μαγνήτης ξένων κεφαλαίων, τα οποία τροφοδότησαν τις δίδυμες φούσκες της αγοράς ακινήτων και των τραπεζών.
Μετά την αναπόφευκτη διάρρηξη της φούσκας, η Ιρλανδία ακολούθησε και πάλι την κατά Τρισέ και Στρος Καν ορθοδοξία της θεραπείας - σοκ: Αφού διέσωσε τις τράπεζες με χρήματα των φορολογουμένων, εκτοξεύοντας το έλλειμμα στα ουράνια, προχώρησε σε αθρόες απολύσεις νοσοκόμων και δασκάλων, ενώ μείωσε τους μισθούς κατά 8% έως και 15%, με αποτέλεσμα να συρρικνωθεί η οικονομία κατά 20% σε σύγκριση με το 2007. Η εγχείρηση πέτυχε, αλλά ο ασθενής, αφού έκανε ένα - δύο ασθενικά βήματα, μπήκε στην εντατική του μηχανισμού διάσωσης, για να λάβει καινούργια, ακόμη περισσότερο οδυνηρά μέτρα, που θα τον βυθίσουν σε ακόμη μεγαλύτερη ύφεση.
Το δυστύχημα για τις ευρωπαϊκές ελίτ είναι ότι οι χώρες που εμφανίζονται ως αδύνατοι κρίκοι, από στενά οικονομική σκοπιά, είναι για ιστορικούς λόγους και οι πιο εύφλεκτες πολιτικά. Η Ιρλανδία, με το άλυτο εθνικό της πρόβλημα που συνδαυλίζει τον αριστερό πατριωτισμό του Σιν Φέιν και τις αντι-Ε. Ε. διαθέσεις, που οδήγησαν στο «όχι» για τη Συνθήκη της Λισσαβόνας· η Πορτογαλία, όπου το Κ. Κ. και το αντίστοιχο του ΣΥΡΙΖΑ συγκεντρώνουν αθροιστικά 22%· η Ελλάδα, με τις πρόσφατες εκλογές να καταγράφουν βαθύτατη κρίση νομιμοποίησης των παραδοσιακών κομμάτων εξουσίας. Όλα αυτά εγγράφουν στην ημερήσια διάταξη το ενδεχόμενο σοβαρής διάρρηξης της ευρωπαϊκής συνοχής στις περιφερειακές χώρες της Ένωσης.
.