Είναι πλέον ξεκάθαρο ότι τα προβλήματα της Ελληνικής οικονομίας – και της Ευρωζώνης - δεν έχουν λυθεί και ούτε μπορούν να λυθούν με το μεγάλο πακέτο οικονομικής ενίσχυσης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) – European Central Bank (ECB) και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ) – International Monetary Fund (IMF). Η Ελληνική κυβέρνηση κλήθηκε να λάβει μέτρα λιτότητας που θα προκαλέσουν σημαντική μείωση των εισοδημάτων και της απασχόλησης και που όχι μόνο δεν θα διορθώσουν τα υπάρχοντα οικονομικά προβλήματα της χώρας αλλά στην πραγματικότητα θα τα χειροτερέψουν.
Οι βαθιά χρεωμένες φτωχές χώρες (Heavily Indebted Poor Countries – HIPCs) της Αφρικής θα μπορούσαν να εξηγήσουν στους Έλληνες ένα δύο πράγματα γι αυτή την διαδικασία. Θα μπορούσαν να τους πουν με ποιο τρόπο τα αποπληθωριστικά μέτρα που επιβάλλονται στις κυβερνήσεις σπρώχνουν την οικονομία σε ένα σπιράλ από-ανάπτυξης που καταστρέφει τις υπάρχουσες παραγωγικές δομές μαζί με κάθε προοπτική μελλοντικής ανάκαμψης σπρώχνοντας μεγάλα τμήματα του πληθυσμού σε μια εύθραυστη και ανασφαλή θέση.
Θα μπορούσαν να τους εξηγήσουν για ποιο λόγο τέτοια μέτρα είναι θεμελιωδώς αναποτελεσματικά διότι η μείωση του Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος (ΑΕΠ) κάνει ακόμη ποιο δύσκολη την εξυπηρέτηση του χρέους το οποίο με την σειρά του όχι μόνο εμφανίζει αυξητικές τάσεις αλλά και μεγεθύνεται, αφού οι τόκοι προστίθενται στο κεφάλαιο οπότε το χρέος αυξάνεται ακόμη και αν δεν υπάρξει νέος δανεισμός.
Θα μπορούσαν να τους εξηγήσουν πόσο επιτακτική και χωρίς την ύπαρξη καμιάς εναλλακτικής λύσης είναι η ανάγκη αναδιάρθρωσης του χρέους, διότι τα προβλήματα απλώς θα διογκώνονται ακόμη και μετά την λήψη των σκληρότερων δυνατών μέτρων λιτότητας (και εν μέρει λόγω των μέτρων καθ’ αυτών). Θα μπορούσαν να τους πουν για τις δικές τους εμπειρίες των μερικών χαμένων δεκαετιών οικονομικής οπισθοχώρησης που θα μπορούσε να έχει αποφευχθεί με την έγκαιρη αναδιάρθρωση του χρέους και την ταυτόχρονη λήψη ενός διαφορετικού πακέτου μέτρων που θα οδηγούσε στην οικονομική ανάκαμψη.
Οι εμπειρίες αυτές οδηγούν στο προφανές συμπέρασμα ότι δεν υπάρχει άλλη λύση από την εκ βάθρων αναδιάρθρωση του Ελληνικού χρέους που θα δημιουργήσει φυσικά οικονομικές απώλειες στους δανειστές οι οποίοι με την σειρά τους δεν φρόντισαν από την αρχή να εξετάσουν τα χαρακτηριστικά όσο και τις επισφάλειες (due diligence) των δανείων τους προς την χώρα.
Γιατί ένα τόσο απλό και ξεκάθαρο συμπέρασμα δεν συζητείται; Μια ενδεχόμενη αναδιάρθρωση του Ελληνικού χρέους θα προκαλούσε σοβαρές απώλειες σε Γερμανικές και Γαλλικές τράπεζες οι οποίες δάνειζαν αφειδώς κατά την διάρκεια της περιόδου γρήγορης ανάπτυξης της χώρας και έτσι συμμετείχαν έμμεσα στην δημιουργία των οικονομικών ανισορροπιών οι οποίες – για παράδειγμα – κατέστρεψαν την ανταγωνιστικότητα της Ελληνικής οικονομίας έναντι της Γερμανικής. Οι (σσ. Ευρωπαίοι και ‘άλλοι’ τραπεζίτες) δεν επιτρέπουν φυσικά να εμφανιστούν τέτοιες απώλειες, έτσι το βάρος της οικονομικής ανάταξης πέφτει ολοκληρωτικά στους ώμους του Ελληνικού λαού για ολόκληρες γενιές και για τον λόγο αυτό ακριβώς το όλο εγχείρημα αποτελεί ένα ανέφικτο και αναποτελεσματικό σενάριο.
Τα πράγματα όμως είναι ακόμη χειρότερα. Άλλες χώρες που διαφαίνεται να αντιμετωπίζουν παρόμοια με τα Ελληνικά προβλήματα ωθούνται ήδη σε μέτρα λιτότητας και αντικρουόμενες μακροοικονομικές πολιτικές που είναι βέβαιο ότι θα απειλήσουν την ήδη δύσκολη οικονομική ανάκαμψη αλλά και θα προκαλέσουν ή θα ενισχύσουν την επόμενη ύφεση. Η Ισπανία έχει ήδη ανακοινώσει όχι μόνο σκλήρυνση της οικονομικής πολιτικής αλλά και μειώσεις στον δημόσιο τομέα, στους μισθούς και στις συντάξεις καθώς και πολλά ακόμη. Αυτό είναι ιδιαίτερα αξιοσημείωτων διότι η Ισπανία μέχρι και πριν από δύο χρόνια εμφάνιζε ένα σοβαρό οικονομικό πλεόνασμα (το έλλειμμα οφειλόταν στον ιδιωτικό τομέα) και τα πρόσφατα ελλείμματα ήταν αποτελέσματα της διεθνούς κρίσης.
Η Ιρλανδία ήδη εφαρμόζει ακραία μέτρα που οδηγούν σε δραστική μείωση του ΑΕΠ και εμπεριέχουν μειώσεις των δημοσίων δαπανών σε κάθε τομέα από τις φυσικές υποδομές έως την Εκπαίδευση. Οι Βαλτικές χώρες, όχι μόνο η Λετονία που ήδη εφαρμόζει πρόγραμμα του ΔΝΤ αλλά και η Εσθονία, όπου τα μέτρα επιβάλλονται με εσωτερικές αποφάσεις, αντιμετωπίζουν δραματικές μειώσεις στα εισοδήματα, στην απασχόληση και στους μισθούς που οφείλονται στα εκτεταμένα μέτρα λιτότητας. Στην Ρουμανία παρακολουθήσαμε το συγκλονιστικό θέαμα ενός ολόκληρου λαού που βγήκε στους δρόμους για να διαμαρτυρηθεί για τις μεγάλες μειώσεις (σμ. των ήδη πολύ χαμηλών) μισθών. Στην Βρετανία η νέα κυβέρνηση λαμβάνει μέτρα ελέγχου του κολοσσιαίου ελλείμματος μειώνοντας τα δημόσια έξοδα και αυξάνοντας τους έμμεσους φόρους (σμ. το πλέον άδικο από όλα τα άδικα μέτρα).
Όλες αυτές οι χώρες ελπίζουν να βγουν με τον τρόπο τους εκτός αυτού του καταστροφικού κύκλου αλλά αυτό είναι απλά μη πιθανό αφού στην πραγματικότητα οι αριθμοί δεν συνηγορούν. Έτσι, αυτές οι χώρες, αλλά λόγω συσχέτισης και η υπόλοιπη Ευρώπη, καταδικάζονται να βιώσουν μακρόχρονη στασιμότητα και μείωση των εισοδημάτων με όλα τα οικονομικά αλλά και κοινωνικά προβλήματα που αυτό θα δημιουργήσει.
Μα πως μια τόσο παράλογη συλλογή από οικονομικά σενάρια και πολιτικές παίρνεται σήμερα τόσο στα σοβαρά;
Το πρόβλημα είναι ότι η ισχύς του χρήματος – στην πολιτική, στα ΜΜΕ και στον καθορισμό εθνικών και διεθνών οικονομικών πολιτικών – παραμένει αμείωτη παρά τις πρόσφατες υπερβολές και αποτυχίες. Αυτός ακριβώς είναι ο λόγος όπου η αναδιάρθρωση των κρατικών χρεών δεν είναι στην ατζέντα των συζητήσεων. Αυτός είναι ο λόγος όπου στις συζητήσεις περί οικονομικής ισορροπίας έννοιες όπως ‘άμεσοι φόροι’ ή ‘κεφάλαιο’ αναφέρονται τόσο σπάνια και ακόμη λιγότερο στους κύκλους αυτών που κύρια επωφελήθηκαν και επωφελούνται από μεγάλα πακέτα διάσωσης από δημόσιο χρήμα και οι οποίοι σήμερα κρατούν σε ομηρία αυτούς τους ίδιους που τους τάισαν.
Άρθρο της Jayati Ghosh, Guardian, Δευτέρα 17 Μαΐου, το πρωτότυπο άρθρο εδώ:
Η Jayati Ghosh (1955-) σπούδασε στο Delhi University, Jawaharlal Nehru University (JNU) και στο University of Cambridge. Η διδακτορική της εργασία στο Πανεπιστήμιο Cambridge είχε τίτλο "Μη καπιταλιστική εκχώρηση γης: η θεωρία και η πράξη στην Βόρεια Ινδία». Η κυρία Ghosh είναι τώρα καθηγήτρια οικονομικών και Πρύτανης στο Κέντρο Οικονομικών Σπουδών και Σχεδιασμού της Σχολής Κοινωνικών Επιστημών του Jawaharlal Nehru University στο Νέο Δελχί. Οι ειδίκευσή της περιλαμβάνει παγκοσμιοποίηση, διεθνή οικονομικά, μοντέλα απασχόλησης σε αναπτυσσόμενες χώρες και μακροοικονομική.
.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου