… ο νεαρός
ξεκίνησε να έρχεται προς το μέρος μου. Δρασκελούσε το δρόμο χωρίς να προσέχει
καθόλου τα αμάξια. Και χωρίς απόλυτη χρονική ακολουθία και αλληλουχία κινήσεων,
βρέθηκε να κάθεται στην απέναντι μου, καρέκλα. Το γνωστό πρόσωπο που ξέρω από
τα αφιερώματα των εφημερίδων. Είχε στα μάτια μια θλίψη.
Στον κρόταφο του
πιο πάνω από το αφτί ένα θολό σημάδι … κάτι σαν μουντζαλιά σε φωτογραφία …
… Η ταραχή μου
μεγάλωνε, έκανα προσπάθεια να την κρύψω. Και αυτός με την ίδια φωνή, αυτή τη
χαμηλή και σταθερή φωνή του, συνέχισε:
… είναι το σημάδι
του θανάτου μου … εγώ δεν μπορώ να το δω …
(από το κείμενο ‘Φαντάσματα’ του Δημήτρη Κουκουλά)